Αναδημοσιεύουμε μια ενδιαφέρουσα κατάθεση συναγωνιστή του ΜΕΚΕΑ (ΕΚΚΛΗΣΗ). Προερχόμενος από τον κομμουνιστογενή χώρο, σε αντίθεση με τη παλαιολιθική μαρξιστική «αριστερά» μας (όταν δεν είναι καθαρά ύποπτη), διείδε από τους πρώτους με οξύνοια και τόλμη την ανάγκη ένωσης του λαού μας σε ένα τέτοιο Μέτωπο για την Κοινωνική ΑΛΛΑ και την Εθνική Απελευθέρωση, που σήμερα η ανάγκη αυτή γίνεται ΚΡΙΣΙΜΗΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ, και αντιλήφθηκε από τους πρώτους τη κοσμογονική αλλαγή (εντός των πλαισίων του καπιταλισμού), της καταγωγής και της δυναμικής της Νεοφιλελεύθερης Καπιταλιστικής Παγκοσμιοποίησης.
Από τον Τιμολέων
Tο βασικό χαρακτηριστικό της Παγκοσμιοποίησης (που ο Μαρξισμός-Λενινισμός λόγω εποχής δεν μπορούσε να το συλλάβει) είναι η κατάργηση των οικονομικών, πολιτικών, κοινωνικών και πολιτιστικών συνόρων που αυτή επιβάλει. Στοιχεία παγκοσμιότητας ασφαλώς υπήρξαν με την έλευση του καπιταλισμού, αφού βασικό του χαρακτηριστικό είναι η αέναη και διογκούμενη διακίνηση του κεφαλαίου, όμως μέχρι πριν από 60 χρόνια η προστασία των εθνικών οικονομιών από εισροές κεφαλαίων, εμπορευμάτων, εργασίας και υπηρεσιών από άλλες χώρες ήταν ο βασικός τρόπος προστασίας των οικονομιών αυτών με ελέγχους δασμολογικούς, εμπορικούς, συναλλαγματικούς, τοπικούς, κ.λπ., έτσι ώστε τα οικονομικά σύνορα μπορούσαν να διαμορφώνονται ανάλογα με την πολιτική του κάθε κράτους-έθνους. Ανάλογα και στην πολιτική σφαίρα η επέμβαση από εξωτερικούς παράγοντες συνιστούσε πολιτική εκτροπή. Παρόμοια και οι κοινωνικές και πολιτιστικές ιδιαιτερότητες ήταν σημείο αναφοράς της εθνικής οντότητας και προστατεύονταν από ξένες επιδράσεις.
Με την εξάπλωση όμως των πολυεθνικών στο διεθνή χώρο τα σύνορα αυτά άρχισαν να εξαφανίζονται με τρόπο που ο Μαρξ και ο Λένιν αδυνατούσαν να προβλέψουν στην εποχή τους, όπου μόνο συμμαχίες και οικονομικές συμφωνίες ανεξάρτητων κρατών-εθνών ήταν νοητές. Η συνθήκη του Μάαστριχτ π.χ. με οικιοθελή παραχώρηση της οικονομικής κυριαρχίας – με δεδομένο τον νόμο της ανισόμετρης οικονομικής ανάπτυξης – δεν θα είχε λογική εξήγηση τότε. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η αλλαγή των οικονομικών και πολιτικών συνθηκών έγινε κάτω από την ανάγκη που υπήρξε μετά τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο για το μονοπωλιακό κεφάλαιο να επεκταθεί στο διεθνές πεδίο, σπάζοντας τους οικονομικούς – και στη συνέχεια πολιτικούς – φραγμούς στην πορεία του για μια αγορά, όπου ο ανταγωνισμός θα είναι το μόνο κριτήριο επιβίωσης. Αν δεν είχαν πέσει τα οικονομικά σύνορα, η οικονομική τους ‘ασφυξία’ θα είχε οδηγήσει σε λαϊκές εξεγέρσεις – με δεδομένη και την ύπαρξη των πρώην σοσιαλιστικών χωρών – και πιθανότατα στον 3ο παγκόσμιο πόλεμο. Αυτό όμως που τονίζει περισσότερο την εποχή της παγκοσμιοποίησης είναι ότι οι πολυεθνικές πλέον δεν υπακούουν – όπως πριν, για το συμφέρον τους βεβαίως βεβαίως – στα κράτη-έθνη προέλευσής τους, αλλά αντίθετα τα κράτη-έθνη (και τα μητροπολιτικά και πολύ περισσότερο τα περιφερειακά) εξαρτώνται από τις πολυεθνικές. Δηλαδή η κερδοφορία των πολυεθνικών είναι το απόλυτο κριτήριο ευρωστίας του κράτους-έθνους όπου έχουν την – τυπική – έδρα τους και αυτό γιατί πλέον όλες οι καπιταλιστικές οικονομίες είναι εξωστρεφείς και η ανάπτυξη δεν νοείται σε κάθε χώρα ξεχωριστά, αλλά στη αλληλεξάρτησή τους στη διεθνοποιημένη αγορά. Αυτό είναι που πρέπει να γίνει κατανοητό: δεν έχουμε αυτοτελή κράτη-έθνη που συνάπτουν εμπορικές και οικονομικές σχέσεις μεταξύ τους, ούτε επιχειρήσεις που επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους μεταφέροντας απλώς κεφάλαια (κυρίως τεχνογνωσία), αλλά διαπλεκόμενα υπερεθνικά κεφάλαια που επιβάλλουν οικονομικές και πολιτικές συνθήκες σ’ όλο τον κόσμο, όπου το μόνο επιτρεπόμενο κριτήριο είναι η ανταγωνιστικότητα. Αυτό έχει επεκταθεί σαν κριτήριο και για την διατήρηση ή όχι της εθνικής ανεξαρτησία των κρατών-εθνών, οπότε η έλλειψη ανταγωνιστικότητας οδηγεί σε πτώχευση, όπως και κάθε επιχείρηση και αυτό είναι που πρέπει να αντιπαλέψουν οι λαοί: την κατάλυση της εθνικής τους ανεξαρτησίας και την μετατροπή τους σε αναλώσιμα υλικά των πολυεθνικών. Καταλαβαίνω ότι είναι δύσκολο να ‘χωνέψει’ κάποιος (που βλέπει τον κόσμο μέσα από τον μαρξισμό-λενινισμό, χωρίς να μπορεί να δει και τον μαρξισμό-λενινισμό μέσα από τον κόσμο), ότι η Υπερεθνική Ελίτ(Υ/Ε) δεν έχει ανάγκη από στηρίγματα σε κάποια διεθνή αστική τάξη, αφού έχει στα χέρια της όλα τα όργανα διεθνούς εξουσίας: ΝΑΤΟ, ΟΗΕ, ΠΟΕ, ΔΝΤ, Ε.Ε. NAFTA, κ.λπ. αλλά και τα ΜΜΕ. Σ’ αυτό το σημείο βέβαια, δηλαδή στο ότι η Υ/Ε δεν στηρίζεται σε μια ενιαία διεθνή αστική τάξη, πρέπει να δούμε και την αδυναμία της και να χαράξουμε ανάλογα την τακτική μας, όπως αναφέρω πιο κάτω.
Η παγκοσμιοποίηση, όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, έχει πιο οξυμένες αντιθέσεις από τα προηγούμενα στάδια και αυτό φαίνεται από τις τεράστιες αποκλίσεις εισοδημάτων και βιοτικού επιπέδου μεταξύ των τάξεων που αυξάνονται συνεχώς. Οι αποκλίσεις αυτές έχουν και παγκόσμιο χαρακτήρα μεταξύ των χωρών που εδρεύουν οι πολυεθνικές και του υπόλοιπου κόσμου, κυρίως των χωρών της Αφρικής, Ασίας, Ν. Αμερικής.
Εξίσου αντιληπτές γίνονται οι αντιθέσεις στην οικολογική σφαίρα με το πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής , που είναι αδύνατο να λυθεί μέσα στον καπιταλισμό. Αλλά το χειρότερο είναι η αλλοτρίωση του σύγχρονου ανθρώπου από κάθε έννοια ανθρωπιάς και η μετατροπή του σε αναλώσιμο των πολυεθνικών.
Το ζήτημα με την αντισυστημική αριστερά που έχει αντιληφθεί τη σημασία της ΕΕ στη σημερινή προτεκταριοποίηση της χώρας και την εξαθλίωση των λαϊκών στρωμάτων είναι η αδυναμία προσδιορισμού μιας τακτικής που να ανταποκρίνεται στις σημερινές συνθήκες. Το γεγονός ότι προτάσσεται η ταξική πάλη, σαν προϋπόθεση στη γενικότερη λαϊκή πάλη, σε έναν λαό που – δυστυχώς, αλλά έτσι είναι τα πράγματα – είναι ακόμα βυθισμένος στον ατομισμό, δείχνει αδυναμία κατανόησης των σύγχρονων κοινωνικών συνθηκών. Το να παλεύεις για την προάσπιση της εθνικής ανεξαρτησίας όλων των λαών και πρώτα του δικού σου, στο βαθμό που το πετυχαίνεις, αποδυναμώνεις τον ίδιο τον καπιταλισμό, που σήμερα δεν μπορεί παρά να λειτουργεί μέσα στα δυναμική ολοκλήρωσης της παγκοσμιοποίησης. Ακόμα και αν – στη χειρότερη περίπτωση – επιβιώσει ο καπιταλισμός εκτός παγκοσμιοποίησης, δηλαδή σε εθνικά πλαίσια – εφόσον αυτά εξασφαλιστούν με τη λαϊκή αποφασιστικότητα – είναι αδύνατο να ανταπεξέλθει απέναντι στον οικονομικό ανταγωνισμό με τις πολυεθνικές και επομένως θα στηριχθεί στις δικές του κυρίως δυνάμεις, θα οδηγηθεί δηλαδή σε οικονομική και πολιτική αυτοδυναμία, όπως κάνει σήμερα η Ρωσία. Και όσο περισσότερες χώρες ενωθούν ισότιμα σε μια τέτοια διαδικασία απεξάρτησης από την Υ/Ε, τόσο πιο αποφασιστικό θα είναι το χτύπημα στην παγκοσμιοποίηση. Σε αυτά τα πλαίσια όμως οι δημοκρατικές διαδικασίες μπορεί να φέρουν την κοινωνική αλλαγή, σε αντίθεση με την παγκοσμιοποίηση που είναι μια απόλυτη δικτατορία των πολυεθνικών. Στην πορεία λοιπόν θα φανεί ότι μόνη λύση σ’ αυτά τα πλαίσια είναι ο σοσιαλιστικός μετασχηματισμός της κοινωνίας, λύση που εύκολα θα γίνει συνείδηση από τους λαούς που θα κληθούν να στηρίξουν το μέλλον τους στις δικές τους δυνάμεις και σε έναν διεθνισμό που θα σέβεται την ισοτιμία των λαών. Η πάλη των τάξεων σήμερα μπορεί να συνυπάρχει με την πάλη για εθνική ανεξαρτησία. Το πρόβλημα είναι: ποιο πολιτικό υποκείμενο θα μπει μπροστά για την υπεράσπιση της εθνικής ανεξαρτησίας; Αν ηγηθούν αστικές δυνάμεις σ’ αυτόν τον αγώνα ασφαλώς οι λαϊκές τάξεις και οι πολιτικοί – ταξικοί εκφραστές τους ή θα συρθούν πίσω από τους αστούς ή θα μείνουν στο περιθώριο. Αν όμως ηγηθούν οι ταξικά συνειδητοποιημένες δυνάμεις με προοπτική – πέρα από την εθνική – την κοινωνική απελευθέρωση, ΤΟΤΕ η λαϊκή συνείδηση εύκολα θα απαλλαγεί από την ιδεολογία του ατομισμού και οι αστικές σχέσεις θα φθίνουν μέσα σ’ ένα κίνημα δημοκρατικό και πατριωτικό. Το βασικό πρόβλημα είναι η συνειδητοποίηση του λαού, όχι με το σεχταρισμό της πρόταξης της ταξικής πάλης, που αντιπαλεύεται αποτελεσματικά από τον πραγματικό φασισμό της Υ/Ε και των λακέδων της, αλλά και την τάχα αντισυστημική Χρυσή Αυγή, αλλά με την πρόταξη του συνδυασμού εθνικής και κοινωνικής απελευθέρωσης.
Έτσι αντιλαμβάνομαι εγώ τα πράγματα και γι’ αυτό συμμετέχω στο ΜΕΤΩΠΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ και ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗΣ (ΜΕ.Κ.Ε.Α.) ( mekea.org )