Print Friendly, PDF & Email

Οι περίφημες —ξαφνικές για πολλούς— «διαπραγματεύσεις» για το Κυπριακό δεν εκφράζουν τίποτε άλλο από τον μόνιμο στόχο της Υπερεθνικής και της Σιωνιστικής Ελίτ στη Κύπρο, για την πλήρη εξάρτηση του Κυπριακού λαού από τους μηχανισμούς της παγκοσμιοποίησης και την ενσωμάτωσή του στη Νέα Διεθνή Τάξη. Στόχος που περνάει μέσα από την αποδοχή ενός «σχεδίου» ή «χάρτου» που επί της ουσίας —πέρα από τις φανφάρες για συνταγματική και εθνική «κυριαρχία»— εξασφαλίζει ότι το αίτημα για αυτοδιάθεση του κυπριακού λαού θα θαφτεί μια για πάντα κάτω από ένα σχέδιο «δικοινοτικής διζωνικής ομοσπονδίας», όπως ονομάζεται σήμερα το επί δεκαετίες επανεμφανιζόμενο με παραλλαγές σχέδιο (Ανάν, κ.λπ.) για την αποδοχή της διχοτόμησης από τους Κυπρίους αλλά και Έλληνες.

Ειδικότερα το συγκεκριμένο πλαίσιο των «διαπραγματεύσεων» ουσιαστικά —πέρα από τους λεονταρισμούς των καρπαζο-εισπρακτόρων της ελληνικής κυβέρνησης— είχε προαποφασιστεί από τα αφεντικά των πολιτικών ανδρείκελων σε Κύπρο και Ελλάδα, γι’ αυτό και παρουσιάστηκε ήδη από τον προηγούμενο Δεκέμβρη ως «κοινή ανακοίνωση Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων» από τον Νίκο Αναστασιάδη για την έναρξη των διαπραγματεύσεων.

Γενικότερα, και όπως αναφέραμε, πράγματι το σημερινό «σωτήριο» σχέδιο που θα «επανενώσει το νησί» —όπως χαρακτηριστικά λένε τα φερέφωνα της Υπερεθνικής Ελίτ (Υ/Ε)— είναι η συνέχεια των επαναλαμβανόμενων προσπαθειών των αποικιοκρατικών δυνάμεων κάποτε και της Υ/Ε σήμερα, και για την τυπική αναγνώριση της διχοτόμησης.

Τα επαναλαμβανόμενα αυτά «σχέδια» και «συμφωνίες» για τη δημιουργία ενός Κυπριακού προτεκτοράτου που θα συμπληρώσει το Ελληνικό προτεκτοράτο (το οποίο ήδη δημιούργησαν με αφορμή τη δήθεν «κρίση του Χρέους») ξεκινούν περίπου στις αρχές της δεκαετίας του ‘60. Η τριμερής διάσκεψη στο Λονδίνο του 1955  άνοιξε επίσημα το δρόμο για τις τουρκικές διεκδικήσεις και ακολούθησαν τα σχέδια «Μακ Μίλλαν» —υπό καθεστώς δολοφονιών και εκτελέσεων Ελληνοκυπρίων που αντιδρούσαν στην Αγγλική αποικιοκρατία αλλά και στην είσοδο στο ΝΑΤΟ και στην παραμονή ξένων βάσεων, αγωνιζόμενοι για την αυτοδιάθεσή τους. Παρόλα αυτά, η είσοδος της Κύπρου στο ΝΑΤΟ συμφωνήθηκε υπό καθεστώς άκρας μυστικότητας, μετά τις συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου που είχε συνάψει ο Έλληνας «εθνάρχης» Καραμανλής (κατ’ εντολή των Αμερικάνων αφεντικών του) και συνυπογράψει ο Μακάριος. Οι διεργασίες για την πλήρη ενσωμάτωση της Κύπρου και την υποταγή του λαϊκού φρονήματος δεν σταμάτησαν ποτέ και την πρώτη απόπειρα εισβολής στο νησί το 1964, με αφορμή τις καλλιεργούμενες εθνικιστικές συγκρούσεις που υποδαυλίζονταν από τους Αγγλοαμερικάνους πάτρωνες, αποσόβησε τότε η Σοβιετική Ένωση ακυρώνοντας προσωρινά τα σχέδιά τους να καταστήσουν την Κύπρο προτεκτοράτο τους.

Το σχέδιο όμως του Αμερικανο-σιωνιστή Κίσινγκερ για διχοτόμηση είχε πάρει το δρόμο του, αφού είχε πια ριζώσει η εθνικιστική έχθρα μεταξύ δυο κοινοτήτων που κάποτε ζούσαν αρμονικά στη Κύπρο, ενώ υπάρχουν πολλές ενδείξεις ότι ακόμη και η Χούντα στην Ελλάδα είχε πάρει το «πράσινο φως» από τους Αμερικάνους πάτρωνες ακριβώς για να δοθεί η αφορμή για να ξεκινήσει η εφαρμογή του σχεδίου Κίσινγκερ για τη διχοτόμηση του νησιού. Η αφορμή ήταν βέβαια τα παράλληλα πραξικοπήματα σε Ελλάδα (Ιωαννίδη) και Κύπρο (Σαμψών) και η εισβολή που ήρθε ως επακόλουθο.

Οι προσπάθειες για την τυπική νομιμοποίηση του, ντε φάκτο πια, διαμελισμού της Κύπρου συνέχιζαν να επανέρχονται, όπως με το γνωστό σχέδιο Ανάν και τις παραλλαγές του έως και σήμερα που οι δωσίλογες κυβερνήσεις σε Ελλάδα και Κύπρο έχουν αποδεχτεί ήδη το σχέδιο της Υ/Ε. Δεν είναι τυχαίο ότι ο σημερινός ΣΥΡΙΖΑ —και τότε «Συνασπισμός»— χαρακτήριζε επί δημοψηφίσματος για το σχέδιο Ανάν το καθολικό «Όχι» «εθνικιστικό», αποσκοπώντας στη διάσπαση της αντίστασης κατά των επιδιώξεων της Υ/Ε, και από την άλλη ενώ τότε οι Κύπριοι είχαν ένα πατριώτη για πρόεδρο που αντιτάχθηκε στο «Ναι», σήμερα ο πρόεδρος της Κυπριακής δημοκρατίας προωθεί το διχοτομικό σχέδιο, πράγμα καθόλου παράξενο αφού στο δημοψήφισμα το 2004 ήταν υπέρμαχος του «Ναι».

Σε πολιτικό επίπεδο λοιπόν οι συνθήκες για την ντε φάκτο διχοτόμηση είναι ιδανικές αφού και σε Ελλάδα και Κύπρο έχουν ήδη εγκαθιδρυθεί ηγεσίες απόλυτα ελεγχόμενες από την Υπερεθνική Ελίτ (μέσω της ΕΕ), που με τη βοήθεια και των ντόπιων οικονομικών και μιντιακών ελίτ στηρίζουν και προωθούν το σχέδιο της Υ/Ε.

Σε οικονομικό επίπεδο και οι δυο λαοί «απολαμβάνουν» το καθεστώς της πλήρους  οικονομικής εξάρτησής τους από την Νέα Διεθνή Τάξη της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, που εξασφαλίζει την οικονομική και πολιτική κυριαρχία της παγκοσμιοποίησης πάνω στις χώρες που είναι ενταγμένες στην Νέα Διεθνή Τάξη. Η απώλεια της οικονομικής κυριαρχίας συνεπάγεται την απώλεια εθνικής κυριαρχίας, όπως αντιλαμβάνεται και ο τελευταίος πολίτης σήμερα. Η Υ/Ε άλλωστε φρόντισε, δια του παραδείγματος, να δώσει ένα σαφές μήνυμα για το ποιος ελέγχει την οικονομία της Κύπρου με το κούρεμα των τραπεζικών καταθέσεων το 2013, πετυχαίνοντας έτσι να δώσει ένα σημαντικό χτύπημα στο διαχρονικό λαϊκό αίτημα για αυτοδιάθεση του Κυπριακού λαού αλλά και να εκδιώξει τον ρωσικό οικονομικό παράγοντα που δημιουργούσε ένα βαθμό ανεξαρτησίας από την Υ/Ε.

Σαφές το μήνυμα της Υ/Ε που εκφράστηκε τότε από τις δηλώσεις της προσκυνημένης κυπριακής κυβέρνησης «ή κούρεμα ή Αρμαγεδδώνας, δεν έχουμε άλλη επιλογή», ταυτόσημο με το γνωστό προπαγανδιστικό συστημικό αφήγημα που παπαγαλίζει κάθε δωσίλογη κυβέρνηση ότι η παραμονή μας στην ΕΕ και το ευρώ αποτελεί «μονόδρομο», αλλιώς θα επέλθει το χάος.

Ο  πραγματικός μονόδρομος όμως για τα λαϊκά στρώματα προφανώς δεν είναι τα συμφέροντα της Υ/Ε, αλλά η απεξάρτηση των λαών από τα δόντια της Νέας Διεθνούς Τάξης και των πλιατσικολόγων ελίτ τους που τούς ξεπουλάν σε κάθε ευκαιρία, μέσω της απώλειας της οικονομικής και εθνικής κυριαρχίας. Και αυτό δεν μπορεί να γίνει παρά μόνο με την  άμεση/μονομερή έξοδο από τους μηχανισμούς της παγκοσμιοποίησης με συγκεκριμένο πρόγραμμα οικονομικής αυτοδυναμίας.

Πέρα από τους ψευτο-πατριωτικούς λεονταρισμούς της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ που θέλει να αποπροσανατολίσει για το διχοτομικό σχέδιο που προωθεί, καμία χώρα όπως η Ελλάδα που δεν έχει οικονομική και εθνική κυριαρχία —αποτελεί δηλαδή ουσιαστικό προτεκτοράτο— δεν μπορεί να υποστηρίξει τα κυριαρχικά της δικαιώματα και να στηρίξει πραγματικά αιτήματα όπως η αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων και εποίκων από την Κύπρο, που καταντάν άθλια συνθήματα στα στόματα των «πατριωτών» του ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίοι κάποτε χαρακτήριζαν εθνικιστές τους Ελληνοκύπριους γιατί ψήφισαν κατά του σχεδίου Ανάν.

Η έξοδος λοιπόν από τους μηχανισμούς της παγκοσμιοποίησης (ΕΕ/ΟΝΕ, ΝΑΤΟ, ΠΟΕ κ.λπ.) αποτελεί αντικειμενικά αναπόσπαστο τμήμα του αιτήματος για αυτοδιάθεση του Κυπριακού λαού μαζί με συγκεκριμένα μέτρα σε πολιτικό/συνταγματικό επίπεδο που θα εξασφαλίζουν και την πολιτική κυριαρχία του συνόλου των δυο κοινοτήτων του νησιού, αποφεύγοντας έτσι τη γνωστή διαδικασία δημιουργίας εθνικιστικών αλληλομισούμενων κοινοτήτων που πρόσφερε την επιδιωκόμενη αφορμή για την Τουρκική εισβολή.

ΠΡΟΤΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΥΤΟΔΙΑΘΕΣΗ ΤΟΥ ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΛΑΟΥ

Το αίτημα σήμερα περισσότερο παρά ποτέ είναι η αυτοδιάθεση του Κυπριακού λαού. Ο λαϊκός αγώνας θα μπορούσε σαν πρώτο στόχο ν’ απορρίψει το όποιο τυχόν σχέδιο έλθει για δημοψήφισμα και στη συνέχεια ν’ απαιτήσει:

[1]. Άμεση έξοδο από τους οικονομικούς μηχανισμούς της παγκοσμιοποίησης για την οικονομική κυριαρχία και έξοδο από τους πολιτικοστρατιωτικούς μηχανισμούς της ΝΔΤ (ΝΑΤΟ).

[2]. Άμεση αποχώρηση των αγγλικών βάσεων αλλά και των τουρκικών στρατευμάτων κατοχής και εποίκων από τα κατεχόμενα, δηλαδή ΠΛΗΡΗΣ ΑΠΟΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ του νησιού.

[3]. Δημοψήφισμα να αποφασίσει ο λαός των δυο κοινοτήτων αν θέλει να γίνει ένα ενιαίο ανεξάρτητο κράτος, όπου κάθε κοινότητα ανάλογα με τον πληθυσμό της θα στέλνει ένα αριθμό εντολοδόχων σε μια ενιαία βουλή που θα αποφασίζει για τα κοινά θέματα που αφορούν το σύνολο της Κύπρου (άμυνας, ασφάλειας, εξωτερικής πολιτικής, κ.λπ.), ενώ θα υπάρχουν και τοπικές βουλές για κάθε κοινότητα για επιμέρους θέματα που αφορούν την κάθε κοινότητα χωριστά.

[4]. Η εκτελεστική εξουσία θα ασκείται από κοινά όργανα των δύο κοινοτήτων και το εκτελεστικό αυτό συμβούλιο θα συγκροτείται από αριθμό μελών που θα εξέλεγε η βουλή με βάση τον πληθυσμό της κάθε κοινότητας.

[5]. Σε περίπτωση διαφωνιών των δυο κοινοτήτων θα μπορούσε να υπάρχει μια ολιγομελής δεύτερη βουλή που θα την συγκροτούσαν πάλι οι δυο κοινότητες, η οποία θα επέλυε τις διαφορές με βάση συγκεκριμένες κοινές αρχές, προσυμφωνημένες από τους δυο λαούς. Η Βασική κοινή αρχή είναι η διατήρηση του ενός ενιαίου κράτους, πράγμα που σημαίνει ότι καμία κοινότητα χωριστά δεν θα μπορούσε να αποφασίσει την ένωσή της με άλλο κράτος ή την επιστροφή σε ΕΕ, ΝΑΤΟ κ.λπ., εκτός βέβαια εάν η πλειοψηφία και των δύο κοινοτήτων αποφάσιζε την ένωση με άλλο κράτος ή ένωση κρατών.

[6]. Αν ούτε τότε δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί συμφωνία, το κάθε θέμα θα ετίθετο στο λαό και των δυο κοινοτήτων για επίλυση με δημοψήφισμα. Η ψηφοφορία θα γινόταν με ένα σύστημα σαν το Ελβετικό των καντονιών, όπου το κάθε καντόνι θα εφάρμοζε τις δικές του αρχές για το συγκεκριμένο θέμα.

ΜΕΚΕΑ – ΜΕΤΩΠΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ

18 Ιανουαρίου 2017

———————————————————————————————-

Διαβάστε επίσης: Τάκης Φωτόπουλος, Η Κύπρος, η Νέα Διεθνή Τάξη και η “Αριστερά” (Ελευθεροτυπία, 14 Δεκεμβρίου 2002)